ἐπι(ρ)ράπτω

ἐπι(ρ)ράπτω
ἐπι(ρ)ράπτω for the spelling s. W-S. §5, 26b; B-D-F §11, 1 (the word: Galen 18, p. 579 Kühn; Nonnus, Dionys. 9, 3; 42, 315) sew (on) ἐπί τι on someth. a patch on a garment Mk 2:21. JSpringer, The Marcan ἐπιράπτει: Exp. 8th ser., 21, 1921, 79f.

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • μηχανή — I Με γενική έννοια μ. είναι κάθε διάταξη κατάλληλη να εκμεταλλεύεται μια ορισμένη μορφή ενέργειας για να επιτελέσει ένα έργο ή για να τη μετατρέψει σε μια άλλη μορφή ενέργειας. Οι μ. που συνήθως ονομάζονται απλές (μοχλός, σκοινί, κεκλιμένο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”